κηρίω

κηρίω
κηρίον
honeycomb
neut nom/voc/acc dual
κηρίον
honeycomb
neut gen sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • κηρίῳ — κηρίον honeycomb neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κερί — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 487 κάτ.) της Ζακύνθου. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νησιού, στα Α του ομώνυμου ακρωτηρίου, 21 χλμ. ΝΔ της πόλης της Ζακύνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λαγανά του νομού Ζακύνθου. Ο όρμος και το ακρωτήριο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”